ΜΠΑΣΚΕΤ
Είδα τον κόσμο της ΑΕΚ και είπα: «Τι στον …;»
«Μάτωσε» τα διχτάκια της Α1 και τώρα… προβάρει τη φανέλα της ΑΕΚ: ο Κέλσι Μπάρλοου αποκαλύπτει στο SDNA πώς αντέδρασε όταν πρωτοείδε τον κόσμο της «Ένωσης», αναδεικνύει το ρόλο του πατέρα του και τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο βλέπει το μπάσκετ.
Το καλοκαίρι στον αθλητισμό είναι… μεταγραφές. Ήρθε αυτός, έφυγε εκείνος, ανανέωσε ο άλλος. Δεκάδες, τυπικές ανακοινώσεις «γεμίζουν» εφημερίδες, sites και ραδιοφωνικό χρόνο. Μία από αυτές, το περασμένο καλοκαίρι, τράβηξε λίγο παραπάνω την προσοχή. Τα Τρίκαλα πήραν τον Κέλσι Μπάρλοου για την περιφέρεια και ο λόγος που το βλέμμα έμεινε στο όνομα του παίκτη είναι προφανής: ο γιος ερχόταν στην Ελλάδα για να φτιάξει έναν δικό του «μύθο» που θα μοιάζει με εκείνον του πατέρα του, Κεν, ενός από τους κορυφαίους Αμερικανούς που έπαιξαν ever στην Ελλάδα.
Tι παίκτης είναι λοιπόν ο Μπάρλοου ο νεότερος; Στην πρώτη του χρονιά έδωσε τα διαπιστευτήρια, ήταν ο ηγέτης των Θεσσαλών και δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος. Λέμε «πρώτη του χρονιά», αφού ο 26χρονος θα βρίσκεται και του χρόνου στην Ελλάδα με τη φανέλα της ΑΕΚ όπως αναφέρει το «κοινό μυστικό». Ο ίδιος μιλώντας στο SDNA έδειξε πως δεν θέλει να πει πολλά για την «Ένωση» απ’ τη στιγμή που η μεταγραφή δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα, αλλά δεν μπορούσε και να ξεγελάσει τον συνομιλητή του λέγοντας πως δεν γνωρίζει τίποτα για τις εξελίξεις.
Η κουβέντα ξεκίνησε νωρίς το πρωί, αφού ο Μπάρλοου έδωσε το «OK» για την υπερατλαντική κλήση στις 9:00 η ώρα ΗΠΑ. Ετοιμαζόταν εξάλλου για μία ακόμη πρωινή, ατομική προπόνηση. Η αλήθεια είναι πως ο Κέλσει έχει μάλλον «βαρεθεί» να μιλά για τον Κεν, αφού έδωσε ουκ ολίγες συνεντεύξεις μέσα στη σεζόν με τον πατέρα του σε πρώτο πλάνο, να μονοπωλεί τις σημειώσεις και τις ερωτήσεις.
Στη συζήτηση του με το sdna.gr, τα πράγματα ήταν αλλιώς, αφού ο Μπάρλοου Τζούνιορ ξεφύλλισε το «βιβλίο» της δικής του καριέρας: ξεκίνησε από τα πρώτα χρόνια της ζωής στη Θεσσαλονίκη, επανέφερε στο μυαλό του τους παικταράδες του ευρωπαϊκού μπάσκετ που έβλεπε ως αντιπάλους του Κεν, θυμήθηκε με προβληματισμό την «αποτυχία στο κολέγιο», την μοναδική φορά που έβαλε τα λεφτά σε πρώτο πλάνο και έβαλε ενδιαφέρουσες απόψεις στο τραπέζι για τα «ταμπού» που υπάρχουν στο μπάσκετ. Φυσικά, δεν απέφυγε να απαντήσει για την ΑΕΚ, «τρελάθηκε» στην ανάμνηση της πρώτης του επαφής με τον κόσμο της ομάδας, αλλά παραδέχθηκε πως μάλλον ο πατέρας του θα ήθελε να τον δει να παίζει στον ΠΑΟΚ, τον οποίο «αγαπά σχεδόν εξίσου με την οικογένειά του».
Τι αναμνήσεις μπορεί να έχει ένας άνθρωπος από μια πόλη, τη Θεσσαλονίκη, στην οποία έζησε τα πρώτα τρία χρόνια της ζωής του;
«Είναι πολύ λίγα και μικρά τα πράγματα που μου είχαν μείνει. Ίσως κάποιες αναμνήσεις που τυχαία επανέρχονται κατά περιόδους στο μυαλό μου. Όταν ήμουν όμως 8-9 ετών επέστρεψα για λίγες μέρες στη Θεσσαλονίκη και αποτυπώθηκε λίγο καλύτερα στο μυαλό μου».
Συνήθισες από μικρός να αλλάζεις περιβάλλοντα. Ο έρωτας για το μπάσκετ πού γεννήθηκε;
«Έπαιξα για πρώτη φορά μπάσκετ στην Ιταλία. Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα δίπλα στον πατέρα μου, τον ακολουθούσε όλη η οικογένεια στα μέρη που τον πήγαινε το μπάσκετ. Έτσι, ο έρωτας με το μπάσκετ γεννήθηκε στην Ιταλία. Μπορείς να πεις ότι είμαι τέκνο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Αργότερα, στα 12 περίπου, βρέθηκα μόνιμα στις ΗΠΑ και ακολούθησε η πορεία μου στο high school».
Μεγαλώνοντας στην Ευρώπη, άρχισες από νωρίς να σκέφτεσαι την προοπτική του ευρωπαϊκού μπάσκετ ή μόνο το ΝΒΑ ήταν στο μυαλό σου;
«Η αλήθεια είναι πως απέκτησα μια μπασκετική κοσμοθεωρία που δεν έμοιαζε με αυτή των συμπαικτών μου. Ήθελα πάντα να παίξω στην Ευρώπη, αλλά το είχα στο μυαλό μου ως το μέρος όπου θα έρθω για να κλείσω την καριέρα μου».
«Δεν υπάρχουν ταμπέλες στο μπάσκετ»
Μπασκετικά τι πιστεύεις ότι σου έμαθαν αυτές οι πρώτες εικόνες από τα παρκέ;
«Έμαθα να μη θαυμάζω μόνο τους NBAers. Ήμουν πάντα γοητευμένος από Ευρωπαίους παίκτες. Ειδικά στην Ιταλία ενθουσιάστηκα από πολλούς, καθώς ο πατέρας μου με έπαιρνε σε πολλές προπονήσεις. Μέσα σ’ όλα φυσικά είχα τον πατέρα μου να μου διηγείται πράγματα για τους μεγάλους παίκτες που είχε αντιμετωπίσει. Λάτρευε τον Νίκο Γκάλη κι απ’ ότι έχω καταλάβει είναι εθνικός ήρωας. Τον λάτρευε, αλήθεια. Μου έχει πει πολλά για εκείνον, αλλά ακόμη περισσότερα για τον Άρβιντας Σαμπόνις. Του άρεσε πολύ να παίζει με τον Κούκοτς, ενώ μου έχει πει ιστορίες και για άλλους Αμερικανούς όπως ο Ουόλτερ Μπέρι, ο Μπομπ ΜάκΑντου, ο Ντόμινικ Ουίλκινς. Πρόλαβε και τον Μανού Τζινόμπιλι ως αντίπαλο, όταν εκείνος έπαιζε στην Μπολόνια και ο πατέρας μου σε άλλες ιταλικές ομάδας».
«Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι με βοήθησε όλο αυτό. Βλέπω παίκτες, όπως ο Κρις Σίνγκλετον. Είναι παίκτης με ταλέντο για το ΝΒΑ, ήταν pick πρώτου γύρου στο draft κι όμως παίζει στην Ελλάδα. Υπάρχει μπάσκετ εδώ και κανείς δεν πρέπει να το υποτιμά. Δεν είναι ντροπή. Θυμάσαι τον Μπραντ Μίλερ; Έπαιξε δυο φορές στο All Star Game, αλλά ξεκίνησε την καριέρα του από τη δεύτερη κατηγορία της Ιταλίας. Το πιστεύεις; Ο Μπραντ Μίλερ. Δεν υπάρχουν ταμπέλες στο μπάσκετ. Γι’ αυτό και εγώ λοιπόν είμαι έτοιμος να παίξω παντού, με καλούς ή κακούς συμπαίκτες, σε ψηλό ή χαμηλό επίπεδο, με πολλά ή λίγα χρήματα».
«Δε θέλω να ξαναπαίξω για τα λεφτά»
Στη συνέχεια γύρισες στην Ιντιάνα. «Παιδί» των Πέισερς;
«Ναι, μπορείς να με πεις παιδί των Πέισερς, αλλά ο Άιβερσον μού έκλεψε από νωρίς την καρδιά και άρχισα να υποστηρίζω μοιραία και τους Σίξερς. Αν βγάλουμε τον πατέρα μου έξω απ’ την κουβέντα, ο AΙ ήταν το απόλυτο πρότυπο».
Άλλαξες δυο κολέγια, έφυγες από το Purdue για το UIC. Σε ποιο απ’ τα δύο έγινες ο παίκτης που ονειρευόσουν;
«Γνώμη μου είναι πως απέτυχα στο κολέγιο. Δεν κατάφερα να βελτιώσω όλα τα πράγματα, στα οποία έπρεπ ενα γίνω καλύτερος. Στη νοοτροπία ήμουν σωστός αλλά κάπου το ‘χασα».
Σκέφτηκες να το «κόψεις» δηλαδή;
«Όχι, με τίποτα. Η πραγματικότητα είναι ότι ποτέ δεν φοβήθηκα, ούτε αμφέβαλα για την αξία μου. Πιστεύω στον εαυτό μου, έχω μάθει να είμαι επίμονος και δεν πτοούμαι».
Και μετά NBDL για δύο χρόνια…
«Η πρώτη χρονιά ήταν δύσκολη. Δεν ήμουν πρωταγωνιστής, έπαιξα στο Summer League, αλλά δεν υπήρξε κάποια ευκαιρία. Πολλά λόγια από πολλούς, πολλά workouts αλλά στο τέλος τίποτα. Για να είμαι ειλικρινής, δεν μου αρέσει το περιβάλλον της D-League. Μου αρέσει να παίζω για κάτι, να υπάρχει ένας στόχος, ένα πρωτάθλημα που διακυβεύεται. Δεν μου αρέσει να παίζω για μία… προαγωγή. Δεν νομίζω πως πρόκειται να ξαναπαίξω στο NBDL. Πρέπει να αλλάξει όλη η δομή της λίγκας για να πάω ξανά εκεί».
Η επιλογή της Λιλ (σ.σ. έπαιξε στη γαλλική ομάδα, στο τέλος της σεζόν 2015/2016) πώς προέκυψε;
«Για να είμαι ειλικρινής, η πρώτη φορά που ήρθα στην Ευρώπη έγινε για τα λεφτά σε μεγάλο βαθμό. Πήγα σε μία ομάδα δεύτερης κατηγορίας της Γαλλίας, χωρίς να ξέρω κάτι για τις συνθήκες. Το συμβόλαιο ήταν για ένα μήνα και τα λεφτά αρκετά καλά. Δεν θέλω όμως καμία επαγγελματική μου απόφαση στο μέλλον να ληφθεί με κριτήριο μόνο τα λεφτά».
«Δεν είμαι λούζερ, δεν γινόταν να υποβιβαστώ»
Αρχίζουν πέρσι οι συζητήσεις για τα Τρίκαλα. Ποιες ήταν οι σκέψεις σου; Προηγουμένως μού είπες πως ήσουν σίγουρος ότι θα παίξεις μία στην Ελλάδα.
«Δεν ήξερα τίποτα για την ομάδα, πέραν του γεγονότος πως το μπάτζετ που είχαμε ήταν ίσως το πιο μικρό της κατηγορίας. Ήξερα όμως το πρωτάθλημα, ο πατέρας μου είχε ακόμη επαφή με αυτό και μου εξήγησε κάποια πράγματα. Γνώριζα ότι παίζουν κάποιοι από τους κορυφαίους παίκτες της Ευρώπης εδώ. Τελικά, τα Τρίκαλα αποδείχθηκαν η ιδανική επιλογή, έγινα ο παίκτης που φανταζόμουν. Ο κόουτς με εμπιστεύτηκε, μου έδωσε χώρο, με άφησε να κάνω το παιχνίδι μου».
Πώς μπορείς εξηγήσεις την εξαιρετική πορεία, παρά το γεγονός πως σας είχαν όλοι ξεγραμμένους;
«Όταν ήρθα στην Ελλάδα, έμαθα πως ο κόουτς Καστρίτης είναι ταλαντούχος. Αμέσως κατάλαβα πως συγχρόνως δεν είναι καθόλου loser. Ήξερα ποιος είμαι και ότι μπορώ να παίξω γι’ αυτόν. Νομίζω πως και οι δύο γνωρίζαμε ότι δεν πρόκειται να πέσουμε κατηγορία».
Σε γνωρίσαμε ως σκόρερ. Πόσο άλλαζε το «ένστικτο» και το κίνητρό σου όταν έπαιζες απέναντι στις μεγάλες ομάδες;
«Θα έλεγα πως τα αντιμετώπιζα κανονικά. Όταν παίζεις μπάσκετ, θες να κερδίζεις. Θες βέβαια πάντα να βρίσκεις απέναντί σου αυτόν που θεωρείται κορυφαίος και να τον εκθρονίσεις. Φυσικά, για τα Τρίκαλα αυτό ήταν κάτι αδύνατον, αλλά αυτό δεν άλλαζε το πώς αντιμετώπιζα τέτοια παιχνίδια».
«Η ΑΕΚ με κάνει να μην αφιβάλω για τον εαυτό μου»
Του χρόνου όμως με την ΑΕΚ, θα υπάρχουν πιο πολλές πιθανότητες να εκθρονίσεις τους κορυφαίους.
«Αν το δεις μαθηματικά, τότε ναι.
(ακολουθεί μία παύση, με τον ίδιο να μη θέλει να χρησιμοποιήσει λόγια που θα δείξουν ότι η μεταγραφή είναι δεδομένη)
Αν πούμε ότι θα παίξω στην ΑΕΚ του χρόνου που είναι η τρίτη δύναμη, τότε θα πρέπει να προσπεράσουμε δύο ομάδες για να βρεθούμε στην κορυφή. Όταν είσαι σε μικρότερη ομάδα, χρειάζεσαι να προσπεράσεις περισσότερους. Αν κοιτάξεις την προϊστορία, δεν υπάρχουν πουθενά βασιλιάδες που δεν έχουν… εκθρονιστεί. Ίσως το ίδιο συμβεί με αυτές τις ομάδες».
Πώς σε κάνει να νιώθεις το γεγονός πως ήρθε στην Ελλάδα και άμεσα κέρδισες τις εντυπώσεις και το ενδιαφέρον μίας τόσο μεγάλης ομάδας;
«Θα έλεγα ότι είναι κάτι που μου δίνει κίνητρο και με κάνει να μην αμφιβάλω για τον εαυτό μου. Ήμουν σε μία ομάδα με το μικρότερο μπάτζετ της κατηγορίας και τώρα ας πούμε ότι θα είμαι στην ομάδα με το τρίτο μπάτζετ. Αυτό σημαίνει ότι η αξία μου εκτιμάται και η καριέρα μου σημειώνει μία πρόοδο. Είναι σημαντικό, αλλά πρέπει να συνεχίσω να είμαι ο εαυτός μου και ο παίκτης που ονειρεύομαι».
Ο παίκτης που ονειρεύεσαι, όμως, θέλει να σηκώνει και τίτλους υποθέτω. Το ίδιο θέλει και η ΑΕΚ.
«Δεν σκέφτεσαι τίποτα άλλο. Όταν παίζεις μπάσκετ, σκέφτεσαι τίτλους, μεγάλα σουτ, μεγάλες νίκες. Αυτά υπάρχουν και στο δικό μου μυαλό και ο πατέρας μου μού έχει διηγηθεί πόσο όμορφα είναι όλα αυτά. Μακάρι να τα καταφέρω με την επόμενη ομάδα μου».
Η πρώτη σου επαφή πάντως με τον κόσμο της ομάδας, ήρθε στο παιχνίδι του πρώτου γύρου. Το κλειστό των Τρικάλων είχε γίνει κιτρινόμαυρο. Τι είχες σκεφτεί τότε;
«Για το παιχνίδι ως παιχνίδι δεν θυμάμαι πολλά. Γενικά δεν ήμασταν σε καλή κατάσταση και ψαχνόμασταν. Όταν όμως μπήκα στο παρκέ και είδα τον κόσμο της ΑΕΚ είπα: “What the f*ck”. “Τι διάολο, Θέε μου”. Ήταν άδικο, ήταν σαν να παίζουμε στην έδρα τους. Το κοινό τους είναι απίστευτο και φαντάζομαι ότι η ατμόσφαιρα στο ΟΑΚΑ είναι ακόμη πιο τρελή».
Είμαι σίγουρος πως ο πατέρας σου είναι χαρούμενος που όλα δείχνουν ότι θα συνεχίσεις στην Ελλάδα. Πιστεύεις όμως πως θα χαιρόταν ακόμη περισσότερο αν έμενες για τον ΠΑΟΚ;
«Τι να σου απαντήσω; (γέλια) Λατρεύει τον ΠΑΟΚ, τον αγαπά σχεδόν όσο την οικογένειά του, τον αναφέρει σχεδόν κάθε μέρα. Πιστεύω πως ονειρεύεται να παίξω εκεί, αλλά πιο πολύ θέλει να βρίσκομαι σε ένα περιβάλλον που θα μου φέρονται επαγγελματικά. Αν αυτό συμβαίνει στην επόμενη ομάδα μου, τότε δεν θα νοιαστεί για τα χρώματα και το σήμα της».
Πηγή: sdna.gr